- πιάτρα
- πιάτρα, ἡ, a term of relationship,A = πάτρα, TAM2.385 ([place name] Xanthus), 611 ([place name] Tlos) ; cf. πινάτρα.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πιάτρα — ἡ, Α όρος συγγενικής σχέσεως, η πάτρα*. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού πάτρα*] … Dictionary of Greek
Πιάτρα Ρόσιε — (Piatra Rossie). Δακικό φρούριο του 1ου αι. π.Χ. και των αρχών του 2ου. Βρίσκεται σε ύψωμα στο Ορέστιε της Ρουμανίας. Ανήκε στο σύστημα των αμυντικών οχυρώσεων, που κατασκευάστηκαν όταν αρχηγός των Δακών ήταν ο Μπερεμπίστα. Καταστράφηκε από τους… … Dictionary of Greek
Μολδαβία — I Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β, στα Α και στα Ν με την Ουκρανία και στα Δ με τη Ρουμανία. Δεν βρέχεται από θάλασσα.H M. ήταν μέχρι το 1991 μία από τις Σοβιετικές Δημοκρατίες. Mέχρι το 1940 το μεγαλύτερο μέρος της ανήκε στη… … Dictionary of Greek
Μπράουνερ, Βίκτορ — (Victor Brauner, Πιάτρα Νεάμτς 1903 – Ρώμη 1966). Ρουμάνος ζωγράφος. Άρχισε τη ζωγραφική και γλυπτική σταδιοδρομία του στο Βουκουρέστι ως οπαδός των ντανταϊστών και το 1930 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου ήρθε σε επαφή με τους υπερρεαλιστές. Την… … Dictionary of Greek
Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… … Dictionary of Greek